Το ποσοστό εμφάνισης του είναι 5-10% και παρά το γεγονός ότι είναι παρόν από την έναρξη της περιόδου, συνήθως εκδηλώνεται κάποια χρόνια μετά. Ειδικά η απότομη απόκτηση βάρους μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση των συμπτωμάτων του συνδρόμου.
Πρόκειται για μία πάθηση αγνώστου αιτιολογίας η οποία εμφανίζεται κυρίως με τη μορφή αμηνόρροιας ή/και με τη μορφή του δασυτριχισμού. Για να τεθεί η διάγνωση απαραιτήτως πρέπει να πληρούνται 2 από τα παρακάτω κριτήρια:
Α) Η γυναίκα να έχει αμηνόρροια ή ολιγομηνόρροια, δηλαδή να μην έχει καθόλου περίοδο ή η περίοδος της να εμφανίζεται πολύ αραιά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι γυναίκες αυτές δεν κάνουν ωορρηξία ,γεγονός που εξηγεί και τα σχετικά αυξημένα ποσοστά υπογονιμότητας που εμφανίζει ο συγκεκριμένος πληθυσμός.
Β) Να υπάρχει εργαστηριακός ή κλινικός υπερανδρογονισμός. Στην πρώτη περίπτωση, κατά τον ορμονολογικό έλεγχο ανευρίσκονται αυξημένες τιμές στα ανδρογόνα που κυκλοφορούν στο αίμα. Στη δεύτερη περίπτωση η γυναίκα εμφανίζει χαρακτηριστικά της υπερανδρογοναιμίας , όπως είναι ο δασυτριχισμός σε διάφορες περιοχές του σώματος της, η έντονη ακμή.
Γ) Οι ωοθήκες στον υπέρηχο εμφανίζονται πολυκυστικές. Φέρουν δηλαδή στην περιφέρεια τους πολλά ωοθυλάκια παρατεταγμένα το ένα δίπλα στο άλλο ,το κέντρο τους είναι λευκωπό και είναι μεγάλες σε μέγεθος.
Πέρα από τα βασικά αυτά κριτήρια άλλα επιπλέον χαρακτηριστικά των γυναικών με το σύνδρομο είναι η αυξημένη αντίσταση στην ινσουλίνη, οι διαταραχές στο μεταβολισμό των λιπιδίων και η παχυσαρκία με την κατανομή του λίπους κυρίως γύρω από τη μέση και τους γλουτούς. Οι γυναίκες με ΣΠΩ έχουν σχετικά αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν κάποια στιγμή στη ζωή τους καρδιαγγειακά προβλήματα, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, υπερπλασία του ενδομητρίου και καρκίνο του ενδομητρίου. Ενώ στο συγκεκριμένο πληθυσμό είναι πιο αυξημένα τα ποσοστά της υπογονιμότητας.
Η διάγνωση απαιτεί έναν πλήρη έλεγχο της γυναίκας καθώς αυτός θα καθορίσει και τη γραμμή της θεραπείας.
Οι περισσότερες γυναίκες αναζητούν κάποια βοήθεια για δύο κυρίως λογούς . Πρώτον για το δασυτριχισμό και δεύτερον για την υπογονιμότητα.
Στην πρώτη περίπτωση η κύρια γραμμή θεραπείας είναι τα αντισυλληπτικά ενώ στη δεύτερη περίπτωση ακολουθείται αγωγή πρόκλησης ωοθυλακιορρηξίας. Σημαντικό ρόλο φαίνεται ότι διαδραματίζει στις γυναίκες με το σύνδρομο η απώλεια βάρους. Έχει βρεθεί από μελέτες ότι η μείωση του σωματικού βάρους ακόμα και σε ένα μικρό ποσοστό όπως το 2-7% σχετίζεται με σημαντική βελτίωση της ωοθηκικής λειτουργίας σε γυναίκες με ΣΠΩ, με αντίστοιχη βελτίωση στα ποσοστά της γονιμότητας τους.
Οι γυναίκες που έχουν το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών είναι απαραίτητο να παρακολουθούνται από κάποιον ειδικό. Με αυτό τον τρόπο είναι δυνατή η ρύθμιση της περιόδου αλλά και η παρακολούθηση των λοιπών συμπτωμάτων και χαρακτηριστικών του συνδρόμου.